Σύμφωνα με τον περί Δικηγόρων Νόμο, κάθε δικηγόρος είναι λειτουργός της δικαιοσύνης και υπέχει πειθαρχική ευθύνη και υπόκειται στην πειθαρχική διαδικασία που προνοείται στο Μέρος αυτό.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο απαρτίζεται από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ως Πρόεδρο, από τον αιρετό Πρόεδρο του Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ως ex officio μέλος και από πέντε δικηγόρους, ως αιρετά μέλη, οι οποίοι εκλέγονται ανά τριετία από τακτική γενική συνέλευση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και οι οποίοι υπηρετούν μέχρις ότου γίνει άλλη εκλογή.
Αν δικηγόρος καταδικαστεί από οποιοδήποτε δικαστήριο για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα, το οποίο κατά την γνώμη του Πειθαρχικού Συμβουλίου ενέχει ηθική αισχρότητα ή αν ο εν λόγω δικηγόρος είναι, κατά την γνώμη του Πειθαρχικού Συμβουλίου, ένοχος επονείδιστου, δολίας ή ασυμβίβαστης διαγωγής προς το επάγγελμα, το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται να επιβάλει τις πιο κάτω ποινές:
- να διατάξει τη διαγραφή του ονόματος του δικηγόρου από το Μητρώο των Δικηγόρων.
- να αναστείλει την άδεια άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος του δικηγόρου για τόσο μόνο χρονικό διάστημα, όσον το Πειθαρχικό Συμβούλιο ήθελε θεωρήσει σκόπιμο.
- να διατάξει το δικηγόρο να καταβάλει σαν είδος προστίμου οποιοδήποτε ποσό που να μην υπερβαίνει τις χίλιες λίρες.
- να προειδοποιήσει ή να επιπλήξει το δικηγόρο.
- να εκδώσει τέτοια διαταγή ως προς την καταβολή των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου την οποία το Πειθαρχικό Συμβούλιο ήθελε θεωρήσει πρέπουσα.
Έναρξη της διαδιακασίας για επιβολή οποιασδήποτε από τις ποινές που προνοούνται στο εδάφιο (1) δύναται να γίνει:
- από το Πειθαρχικό Συμβούλιο αυτεπάγγελτα.
- από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
- κατόπιν καταγγελίας προς το Πειθαρχικό Συμβούλιο από οποιοδήποτε δικαστήριο ή από το Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ή από Επιτροπή Τοπικού Δικηγορικού Συλλόγου.
- με αίτηση οποιουδήποτε προσώπου που έχει παράπονα από τη διαγωγή του δικηγόρου, κατόπιν άδειας του Πειθαρχικού Συμβουλίου.